Τα άμφια είναι η απαραίτητη ενδυμασία των κληρικών για τη τέλεση κάθε ιερής ακολουθίας. Άλλοτε όμως βλέπουμε οι κληρικοί να φορούν όλα τους τα άμφια και άλλοτε ένα μέρος αυτών. Αυτό συμβαίνει γιατί κάθε ιερή ακολουθία έχει το δικό της κώδικα ενδυμασίας.

Για την τέλεση ενός εσπερινού, αρκεί μόνο το επιτραχήλιο ή και το φαιλόνιο, ενώ για τη τέλεση μιας Θείας Λειτουργίας οι κληρικοί ενδύονται όλη την ιερατική τους στολή.

Αυτό επίσης εκφράζει και τη βαρύτητα της ακολουθίας που επιτελείται και γι’ αυτό το λόγο στη Θεία Λειτουργία που κατέχει κεντρική θέση στην εκκλησιαστική ζωή, οι κληρικοί είναι πλήρως ενδεδυμένοι.
Πέραν από τη ποσότητα, σημασία έχει και το χρώμα των ιερών αμφίων, το οποίο εναλλάσσεται ανάλογα με τις εκκλησιαστικές περιόδους.

Έτσι τη Μ. Τεσσαρακοστή που είναι πένθιμη περίοδος, κυριαρχεί και ανάλογος ενδυματικός κανόνας, με συνήθη χρώματα το πορφυρό, το μωβ ή το μαύρο.

Σε αντίθεση, την Αναστάσιμη περίοδο ή τις Κυριακές, το χρώμα που κυριαρχεί είναι το λευκό, το χρυσό ή οποιοδήποτε φωτεινό για να συμβαδίζει με το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης του Κυρίου μας.
Τα άμφια επιτελούν πρακτικούς, αλλά και συμβολικούς σκοπούς και ανάλογα με το βαθμό ιερωσύνης, διαφέρει ο ποσότητα και η μορφή τους.

Έτσι ο διάκονος, που είναι ο πρώτος βαθμός της ιερωσύνης, έχει τρία άμφια: το στιχάριον, το ωράριον και τα επιμανίκια.
Το στιχάριον είναι το εσώτατο άμφιο και απαντάται και στους τρεις βαθμούς. Στην αρχαιότητα ήταν κοινό ένδυμα και για τους άνδρες και για τις γυναίκες.

Η πρώτη χρήση του στιχαρίου ως λειτουργικό ένδυμα μαρτυρείται από τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, ο οποίος χρησιμοποιεί γι’αυτό τη λέξη χιτωνίσκος.

Η ονομασία του αμφίου αυτού προέρχεται κατά τον ψευδοΣωφρόνιο από το ρήμα ‘’έστηκε’’, γιατί έστηκεν (= είναι υπαρκτή) η χάρις του Θεού σε αυτό.

Το χρώμα του είναι συνήθως λευκό, για να συμβολίζει την αγνότητα. Κατά τον άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, φανερώνει τη φωτεινή περιβολή των αγγέλων και το φως του Θεού. Όταν είναι πορφυρό, συμβολίζει το αίμα που έριξε για εμάς ο ενανθρωπήσας Λόγος.
Το χαρακτηριστικό άμφιο του διακόνου είναι το ωράριον, η ονομασία του οποίου προέρχεται από το ρήμα orare που σημαίνει προσεύχομαι.

Είναι μια μακριά ταινία υφάσματος που φοριέται από τον αριστερό ώμο, με τα δύο άκρα του να κρέμονται το ένα μπροστά και το άλλο πίσω.

Συμβολίζει τα φτερά των αγγέλων και γι’ αυτό προήλθε η συνήθεια να κεντούν πάνω του τον τρισάγιο αγγελικό ύμνο “ΆΓΙΟΣ ΆΓΙΟΣ ΆΓΙΟΣ ΚΥΡΙΟΣ ΣΑΒΑΩΘ”.

Ακόμη συμβολίζει τη Παλαιά και τη Καινή Διαθήκη. Η Παλαιά απεικονίζεται πίσω και η Καινή μπροστά. Το σήκωμα του ωραρίου, κατά τη διάρκεια των αιτήσεων είναι σημάδι προσευχής.

Τα επιμανίκια άρχισαν να φοριούνται μετά την Άλωση και πιθανότατα προήλθαν από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Για τα επιμάνικα δεν υπάρχουν συμβολικοί λόγοι, αλλά κυρίως πρακτικοί, όπως να δένει τις άκρες του στιχαρίου για να υπάρχει ευκολότερη κίνηση των χεριών.

Ο δεύτερος βαθμός της ιερωσύνης, είναι αυτός του πρεσβυτέρου. Ο πρεσβύτερος έχει τα εξής άμφια: το στιχάριον, τα επιμανίκια (που αναφέρθηκαν παραπάνω), το πετραχήλι ή επιτραχήλιον, τη ζώνη, το φαιλόνιο και το επιγονάτιο. Το πετραχήλι έχει τη μορφή του ωραρίου, αλλά έχει και τα δύο άκρα του εμπρός και φοριέται από το λαιμό.

Συμβολίζει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που κατεβαίνει από επάνω. Σύμφωνα με τον άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, χωρίς πετραχήλι δε μπορεί να γίνει καμία τελετή, ούτε καν να διαβαστεί ευχή. Επίσης συμβολίζει το ζυγό του Χριστού, κάτω από τον οποίο οφείλει να βρίσκεται ο ιερέας.

Τα κρόσια στα κάτω άκρα του, συμβολίζουν τις ψυχές των ανθρώπων του ποιμνίου, για τους οποίους ο ιερέας φέρει ευθύνη και θα λογοδοτήσει στον Κύριο.

Η ζώνη, εκτός από τη πρακτική της σημασία, να κρατά τα υπόλοιπα άμφια, συμβολίζει το πνευματικό καθήκον, την ευθύνη, τη δύναμη και την εγκράτεια του ιερέα.

Το φαιλόνιο μοιάζει με τον αρχαίο μανδύα και δεν έχει μανίκια. Μπήκε στη λειτουργική χρήση πριν τον έβδομο αιώνα. Συμβολίζει τον άρραφο χιτώνα του Χριστού. Ο άγιος Συμεών αναφέρει πως φανερώνει τη χάρη που χορηγείται από το Άγιο Πνεύμα.
Ένα ακόμη άμφιο του πρεσβυτέρου είναι το επιγονάτιο, το οποίο στην αρχαία Εκκλησία υπήρχε μόνο στους Ιεράρχες. Στην παλαιότερη ελληνική Εκκλησία δεν υπάρχει χρήση του. Στις μέρες μας, εκτός από τους επισκόπους το φορούν και οι ιερείς που εξομολογούν. Έχει σχήμα ρόμβου και κρέμεται μπροστά από το δεξί γόνατο. Συμβολίζει τη πνευματική μάχαιρα που πρέπει να έχει ο ιερέας για το ποίμνιό του.

Ο επίσκοπος φέρει επτά άμφια, αριθμός που συμβολίζει τη πληρότητα.
Έχει τα ίδια άμφια με τον πρεσβύτερο, με μόνη διαφορά το ωμοφόριο και το σάκκο, που αντικαθιστά το φαιλόνιο. Το ωμοφόριο, που όπως μαρτυρεί και η ίδια η λέξη φοριέται στους ώμους, μαρτυρείται ήδη από τον τέταρτο αιώνα.
Υπάρχουν δύο είδη, το μεγάλο και το μικρό. Το μεγάλο το φορά ο επίσκοπος μέχρι την ανάγνωση του Αποστόλου. Κατά τη διάρκεια του Ευαγγελίου δε φορά ωμοφόριο, σε ένδειξη σεβασμού, καθώς με το Ευαγγέλιο μιλά ο ίδιος ο Χριστός. Έπειτα φορά το μικρό ωμοφόριο.

Συμβολίζει το πλανηθέν πρόβατο και παραπέμπει στη παραβολή του ‘’Καλού Ποιμένα’’, ο οποίος παίρνει στους ώμους του το πλανηθέν πρόβατο για να το σώσει. Αντίθετα με το αρχαίο αυτό άμφιο, ο σάκκος είναι πολύ μεταγενέστερος.
Αρχικά το άμφιο αυτό το φορούσε μόνο ο Πατριάρχης τρεις φορές το χρόνο. Πιθανώς προήλθε μετά από αυτοκρατορική παραχώρηση. Μετά την Άλωση, η χρήση του γενικεύθηκε σε όλους τους επισκόπους.

Συμβολίζει τη χλαίνα της ύβρεως του Κυρίου και τα δώδεκα κουδουνάκια του συμβολίζουν τη διδασκαλία των Δώδεκα Αποστόλων, την οποία συνεχίζουν οι επίσκοποι.

Τέλος, αξίζει να παραθέσουμε μια φράση του αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης: ‘’Ἐπί καί τά ἱερά ἄμφια χάριν ἔχουσι θείαν, καί σημασίαν πνευματικήν ἕκαστον τούτων ἔχει τινά, καί δι’ ευλογίας ἀρχιερατικῆς ἕκαστον τούτων δίδοται’’.

Πηγή: ROMFEA.GR Γιώργου Δαγκλή
Φοιτητή τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.