Η Μονή Φραγκοπηδήματος έχει προστάτη και φρουρό της τον θαυματουργό Άγιό Νικόλαο των εν Μύροις της Λυκίας. Πολλά είναι τα θαύματα του Αγίου με τα οποία έκανε και κάνει αισθητή την παρουσία του. Δεν έπαψε να προστατεύει φανερά το Μοναστήρι του και να ενισχύει τον ωραίο αγώνα των μοναχών. Πλείστες είναι οι φορές που προσέφερε την βοήθειά του σε αυτό, αλλά και σε όποιον με πίστη την ζήτησε. Παρακάτω θα αναφέρουμε μερικά από τα πολλά θαύματα του Αγίου που έκανε στην Μονή από τα πρώτα ήδη χρόνια της ανασύστασής της:
Τα πρώτα χρόνια της επανίδρυσης της Μονής και της μετατροπής της από ανδρική σε γυναικεία (1930) ήταν πολύ δύσκολα. Οι πρώτες μοναχές ήρθαν αντιμέτωπες πολλές φορές με την φτώχεια. Τότε τα ζώα, δηλαδή τα άλογα, τα μουλάρια, τα βόδια ήταν ο πιο απαραίτητος βοηθός του ανθρώπου. Οι μοναχές δυστυχώς δεν είχαν τίποτε από αυτά και παρακαλούσαν τον Άγιό να τις οικονομήσει… Κάποια μέρα μία φωτιά, η οποία είχε κάψει αρκετές καλλιεργήσιμες εκτάσεις στην περιοχή Μεσολογγάκι, απειλούσε να κάψει και το σπίτι ενός μεγάλου νοικοκύρη της περιοχής, του Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου. Αυτός έχοντας πολύ ευλάβεια στον Άγιό Νικόλαο τον παρακάλεσε να σβήσει τη φωτιά και να σώσει το σπίτι του και θα του χάριζε την φοράδα του. Και ω! του θαύματος, η φωτιά έσβησε και δεν πείραξε καθόλου το σπίτι. Αμέσως ο γέρο-Παναγιώτης Παναγιωτόπουλος έτρεξε να πραγματοποιήσει το τάμα του και έδωσε στην Μονή την φοράδα του, μάλιστα μαζί με το μικρό της.
Το 1932, δύο χρόνια μόλις μετά την εγκατάσταση της νέας αδελφότητας, ο γνωστός στους παλαιούς ληστής Πανόπουλος, ο οποίος είχε το στέκι του κοντά στα βουνά του Μοναστηριού, αποφασίζει μαζί με την συμμορία του να κλέψει το Μοναστήρι. Έτσι, ένα πρωινό, μαζί με τους ανθρώπους του ξεκινάει. Αφού τους άφησε λίγο πιο πέρα από το πηγάδι της Μονής, προχώρησε προς την είσοδο. Όμως έντρομος υποχώρησε, χωρίς να μπορέσει από το φόβο του να εξηγήσει στους άλλους τι συνέβη. Όταν και οι σύντροφοί του πλησίασαν με την σειρά τους την είσοδο έφυγαν το ίδιο έντρομοι. Μετά από χρόνια οι μοναχές θα πληροφορηθούν από τον ίδιο τον Πανόπουλο: «Την ώρα που πλησίασα στην πόρτα της Μονής, δύο μεγάλα λιοντάρια κάθονταν φυλάγοντάς την, έτοιμα να με κατασπαράξουν».
Φρουρός και φύλακας ο Άγιος Νικόλαος για τις μοναχές του αλλά και προστάτης, αφού το 1979 στις καταστρεπτικές πυρκαγιές προστάτεψε το Μοναστήρι του με τον εξής τρόπο: Το καλοκαίρι του 1979 οι μοναχές είδαν ξαφνικά την φωτιά να έρχεται γρήγορα και απειλητικά, από τα δυτικά, προς τη Μονή. Ο καπνός είχε σκεπάσει τα πάντα και η φωτιά, βρίσκοντας πλούσια την βλάστηση, ολοένα και πλησίαζε. Ήταν μία πραγματική κόλαση. Τα οχήματα της πυροσβεστικής δεν μπορούσαν να βοηθήσουν. Τα αεροπλάνα το ίδιο. Απεγνωσμένα οι μοναχές έβγαλαν τη θαυματουργή εικόνα του Αγίου μαζί με τα άγια Λείψανά του και σταύρωσαν το μέρος απ΄ όπου ερχόταν η φωτιά, παρακαλώντας τον Άγιο με θρήνους να σώσει το μοναστήρι του. Πράγματι, κατά ένα θαυμαστό τρόπο, η φωτιά σκόρπισε σε μικρές εστίες και μετά έσβησε. Μετά από 15 χρόνια περίπου, επισκέπτεται ένας κύριος τη Μονή, ζητώντας επίμονα να δει την Γερόντισσα. Ο ίδιος διηγείται: « Όταν το καλοκαίρι του 1979 καιγόταν η περιοχή της Μονής, εγώ ήμουν υπεύθυνος στο δασοπυροσβεστικό σώμα κατάσβεσης. Ήταν πράγματι μία μεγάλη φωτιά. Ακόμα δεν μπορώ να την ξεχάσω. Βλέποντας όμως και σας, τις μοναχές, να βγαίνετε έξω προς το μέρος της φωτιάς με την εικόνα και τα άγια Λείψανα, επειδή δεν ήμουν και θερμός στην πίστη, άρχισα να ειρωνεύομαι και να κοροϊδεύω λέγοντας ότι κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Προς μεγάλη μου όμως έκπληξη την ώρα που υψωνόταν η εικόνα του Αγίου βλέπω ένα τεράστιο χέρι μπροστά μου να χτυπάει τη φωτιά και να τη σβήνει. Έμεινα έκπληκτος. Ποτέ, μα πότε δεν πρόκειται να ξεχάσω αυτό το χέρι. Από εκείνη την ώρα αισθάνθηκα να γκρεμίζεται ένας παλιός κόσμος μέσα μου και να χτίζεται ένας καινούργιος».
Ο Άγιος Νικόλαος φρόντισε να δώσει στη Μονή του και νερό. Μέχρι το 1980 το νερό στην Μονή έρχονταν με βυτία από τον Πύργο. Επειδή όμως οι προσκυνητές ολοένα και αυξάνονταν και το νερό δεν επαρκούσε, αποφάσισε η αδελφότητα να «χτυπήσει» αρτεσιανό. Με την βοήθεια των κυρίων Κων/νου Σαρακίνη, κατοίκου Βουνάργου και Αθανασίου Θεοδωρακόπουλου, κατοίκου Δουνείκων, κατάφεραν στις 19 Ιουλίου να βρουν νερό. Καθώς τελείωνε η εργασία και τοποθετούνταν οι τελευταίοι σωλήνες, ένας φοβερός κρότος τους καθήλωσε όλους από φόβο για κάποια ανεπανόρθωτη ζημιά. Αμέσως οι μοναχές φέρνουν τα Λείψανα του Αγίου και σταυρώνουν το αρτεσιανό. Η δουλειά συνεχίστηκε σαν να μην είχε συμβεί τίποτε.
Επίσης ο Άγιος Νικόλαος ως προστάτης των ναυτικών κάνει φανερή την παρουσία του σε αυτούς. Πολλοί ναυτικοί δεν ξεκινούν τα ταξίδια τους εάν πρώτα δεν περάσουν από την Μονή να πάρουν λαδάκι από το καντήλι του. Ο καπετάνιος κ. Γεώργιος Τουμπακάρης, θερμός προσκυνητής του Αγίου, πολλές φορές μας έχει διηγηθεί ότι το λαδάκι από το καντήλι του Αγίου γαλήνεψε την φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Τα τάματα που πολύ συχνά φέρνουν οι πιστοί είναι απόδειξη της βοήθειας και της προστασίας του Αγίου μας. Άλλωστε, ο Άγιος έχει αναλάβει την προστασία των ορφανών, των χηρών, των πτωχών, των πλεόντων. Με αυτήν την παρρησία και το θάρρος όλοι τρέχουμε κοντά του…
Από το ιστορικό της Μονής